Τις τελευταίες ημέρες, γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά από πολλούς, φίλους και αντιπάλους, για τον Κώστα Μητσοτάκη· για τα χαρίσματα, για τις ικανότητες, τις αρετές και τις αδυναμίες του. Εβδομήντα χρόνια ενεργής πολιτικής παρουσίας ήταν αυτά· τι να πρωτοπεί κανείς!
Πρωτάκουσα το όνομά του Κώστα Μητσοτάκη το 1978, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έκανε τη διεύρυνση –όπως την ονόμαζε– προς το κέντρο, ενσωματώνοντας στη Νέα Δημοκρατία το μικρό κόμμα των Νεοφιλελευθέρων, του οποίου ηγείτο ο Μητσοτάκης. Τότε, οι «καθαρόαιμοι» δεξιοί είχαν σφοδρά ενοχληθεί, αλλά μπροστά στη δύναμη και τη διορατικότητα του Καραμανλή, τελικά κανείς δεν αντιτάχθηκε.
Έκτοτε μεσολάβησαν πολλά. Η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η μετάβαση Καραμανλή στην προεδρία της Δημοκρατίας, η μικρής διάρκειας πρωθυπουργία Ράλλη, η χειμαρρώδης πορεία του Ανδρέα Παπανδρέου και η εκλογή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 και η προεδρία Ευάγγελου Αβέρωφ.
Συνάντησα για πρώτη φορά τον Κώστα Μητσοτάκη, στις αρχές του 1984, όταν μαζί με μια ομάδα στελεχών της ΟΝΝΕΔ, που είχαμε διωχθεί ως «φιλελεύθεροι» από την τότε σκληρή δεξιά ηγεσία της ΟΝΝΕΔ, ζητήσαμε να τον δούμε. Για όσους θυμούνται εκείνα τα γεγονότα, στην ομάδα συμμετείχαν στελέχη από τους παραιτηθέντες του Μαθητικού, τους 31 της Νομικής και τους 101 των άλλων σχολών, που είχαμε αντιταχθεί στις ακροδεξιές επιλογές της οργάνωσης.
Αν και ήταν ήδη 66 ετών –κι εμείς από 21 μέχρι 25– μάς άκουσε με προσοχή και μάς αντιμετώπισε, σαν ίσους προς ίσο. «Κάνετε υπομονή, τα πράγματα δεν θα αργήσουν να αλλάξουν», μάς είπε. Και πράγματι άρχισαν να αλλάζουν, από το Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, του 1984, που εξελέγη Πρόεδρος.
Η Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία Μητσοτάκη, απέκτησε μια ξεκάθαρη σύγχρονη ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα, εκπόνησε ένα πλήρες κυβερνητικό πρόγραμμα, εκσυγχρονίστηκε οργανωτικά και πέτυχε μια πρωτοφανή –για συντηρητικό κόμμα– μαζικότητα. Όλα αυτά, την οδήγησαν στη νίκη των εκλογών της 9ης Απριλίου 1990, με 47%, το μεγαλύτερο ποσοστό που πέτυχε η Νέα Δημοκρατία από τη μεταπολίτευση. Δυστυχώς, οι μεθοδεύσεις του ΠΑΣΟΚ με τον εκλογικό νόμο, εμπόδισαν μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και οι λυσσαλέες αντιδράσεις πολλών (και μέσα από τη Νέα Δημοκρατία) στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια Μητσοτάκη, οδήγησαν το 1993 στην πτώση της κυβέρνησης. Έτσι, χάθηκε μια σπουδαία ευκαιρία εκσυγχρονισμού της πατρίδας μας.
Είχα την καλή τύχη και το ξεχωριστό προνόμιο να τον γνωρίσω καλά και να συνεργαστώ μαζί του, εκείνα τα κρίσιμα χρόνια. Ήταν ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος. Κάθε στιγμή μάθαινες δίπλα του, ακόμη και απλώς παρατηρώντας τον.
Κατά τη γνώμη μου, τρία ήταν τα χαρακτηριστικά, τα οποία ξεχώριζα περισσότερο και πάντα με εντυπωσίαζαν: το πρώτο ήταν ότι είχε πολύ ανοιχτότερο μυαλό και πολύ ευρύτερες αντιλήψεις από πολλούς ανθρώπους, ακόμα και πολύ νεότερης ηλικίας και άκουγε. Το δεύτερο, ήταν ότι αγαπούσε και εμπιστευόταν τους νέους και τους έδινε ευκαιρίες. Και το τρίτο –το πιο σημαντικό– ότι τον ενδιέφερε το μέλλον, γι’ αυτό ήταν ιδιαίτερα δεκτικός στις νέες ιδέες και τολμούσε.
Ο Κώστας Μητσοτάκης εμπιστεύθηκε τους νέους. Στο διάστημα της ηγεσίας του, άνοιξε δρόμο και ανέδειξε πολλούς νέους πολιτικούς. Αναφέρω ενδεικτικά: ο Κώστας Καραμανλής, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο Αντώνης Σαμαράς (ως ο νεότερος υπουργός Εξωτερικών), ο Κωστής Χατζηδάκης (ως Πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ), ο Μανώλης Κεφαλογιάννης, ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο Γιώργος Βουλγαράκης, ο Θόδωρος Κασίμης, ο Βαγγέλης Μπασιάκος, ο Γιώργος Παπαστάμκος, ο Δημήτρης Σταμάτης, ο Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος, ο άνανδρα δολοφονημένος Παύλος Μπακογιάννης και πολλοί άλλοι. Το ίδιο έγινε και στο κόμμα: το 1989, ενώ ήμουν μόνο 27 ετών, μού εμπιστεύτηκε τη θέση του Γραμματέα Επικοινωνίας και λίγο αργότερα και του Γραμματέα Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι το 1993.
Η ιστορία απέδειξε ότι δεν ήταν εύστοχες όλες οι επιλογές! Ούτε θα ήταν δυνατόν άλλωστε. Κάποιοι στη διαδρομή αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, επιβεβαιώνοντας ότι η πολιτική σκηνή συχνά αναδεικνύει νέους σε ηλικία πολιτικούς με γερασμένα μυαλά και σκουριασμένες ιδέες· ιδίως τα τελευταία χρόνια.
Ο Κώστας Μητσοτάκης δεν είχε εμμονές, ούτε ιδεοληψίες. Γι’ αυτό θεωρούσε απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει η χώρα προς το μέλλον, το κλείσιμο των πληγών του παρελθόντος. Κι αυτό τον οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες επιλογές του, την πολιτική της Εθνικής Συμφιλίωσης. Επιλογή, που απαίτησε μεγάλη πολιτική τόλμη και οδήγησε στον ελληνικό «ιστορικό συμβιβασμό», στο σχηματισμό κυβέρνησης με την Αριστερά, με την υποστήριξη των ιστορικών της ηγετών, του Χαρίλαου Φλωράκη και του Λεωνίδα Κύρκου.
Βέβαια, η συνηθισμένη στη χώρα μας διαστρέβλωση της ιστορίας, επιχείρησε να μειώσει –και σε κάποιο βαθμό τα κατάφερε– την πολιτική της Εθνικής Συμφιλίωσης, εμφανίζοντας τη ως ευκαιριακή συναλλαγή με στόχο να «στριμωχτεί» ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η πολιτική της Εθνικής Συμφιλίωσης άρχισε να υλοποιείται πολύ νωρίτερα, κυριαρχώντας στον πολιτικό λόγο της Νέας Δημοκρατίας ήδη από το 1987.
Ο Κώστας Μητσοτάκης υπήρξε ένας άνθρωπος μπροστά από την εποχή του. Το απέδειξε η πάντα κοφτερή ματιά του στην πολιτική και οικονομική πραγματικότητα. Το αποδεικνύουν όσα προέβλεψε και όλα όσα επιχείρησε να πράξει στα λίγα χρόνια που κυβέρνησε, όπως η εξυγίανση του ασφαλιστικού, το μικρότερο αλλά αποτελεσματικότερο κράτος, οι αποκρατικοποιήσεις και πολλά άλλα.
Ήταν βαθιά μορφωμένος, είχε πολλές γνώσεις σε πληθώρα θεμάτων, παρακολουθούσε τις διεθνείς εξελίξεις, διέθετε τεράστια εμπειρία. Παρά ταύτα, ποτέ δεν σταμάτησε να διαβάζει και να ενημερώνεται, ποτέ δεν επαναπαύθηκε σε όσα ήδη ήξερε. Γι’ αυτό –παρά τα πολλά χρόνια της δημόσιας παρουσίας του και την ηλικία του– κατάφερε να είναι επίκαιρος, εύστοχος και ουσιαστικός και να παραμένει διαχρονικά νέος.
Καλό σας ταξίδι, κύριε Πρόεδρε.