Δεν ξεχνώ: Ένα σύνθημα που ξεχάστηκε!

“Όταν τελειώνουν τα πολεμοφόδια και οι φυσικές αντοχές, τότε πολεμάει η ψυχή μας”

Η Λευκωσία βομβαρδίζεται

Με αυτά τα λόγια ο Ταγματάρχης Γεώργιος Κατσάνης, Διοικητή της 33ης Μοίρας Καταδρομών, εμψύχωνε τους άνδρες του, λίγο πριν πέσει ηρωικά μαχόμενος και περάσει την πύλη των αθανάτων. Συνοψίζουν δε ακριβώς το πνεύμα που εμφορούσε και ενέπνεε τους Ελλαδίτες αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες, που πολέμησαν στη μάχη της Κύπρου.
Σήμερα, συμπληρώνονται 48 χρόνια από εκείνο το ματωμένο πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974, που οι τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο.
Παρά τις αναφορές που γίνονται, ο κόσμος ξεχνά και οι νεότεροι θα γνωρίζουν –όλο και λιγότερο– αυτήν τη σελίδα της ιστορίας μας. Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες ξεθωριάζουν, τα λιγοστά κινηματογραφικά πλάνα μοιάζουν τόσο μακρινά και οι άνθρωποι, που έζησαν τα γεγονότα, μεγαλώνουν και αρκετοί “φεύγουν”.
Όσοι βέβαια –ελάχιστοι από τη γενιά μου στην Ελλάδα– είχαν το θλιβερό προνόμιο να είναι παρόντες σε αυτόν τον πόλεμο, δεν θα ξεχάσουν ποτέ, ότι έζησαν.
Κάθε χρόνο δημοσιεύω το ίδιο κείμενο. Για δύο λόγους: ο πρώτος είναι για να αποδώσω την τιμή, που όλοι οφείλουμε, σε όλους όσους έδωσαν τη ζωή τους, στον 1ο και στο 2ο γύρο της τουρκικής εισβολής. Και ο δεύτερος, για να υπενθυμίζω τα γεγονότα, που σημάδεψαν τη σύγχρονη ιστορία της πατρίδας μας, αλλά και την οικογένειά μου.

IMG_0018
48 χρόνια στέκεται το αεροπλάνο των κυπριακών αερογραμμών στο ερημωμένο αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Ίσως, να είναι εκείνο που θα μάς γύριζε στην Ελλάδα, εκείνο το μοιραίο Σάββατο.

Ο πόλεμος της Κύπρου δεν διήρκεσε πολύ, όμως η καταστροφή που επέφερε ήταν τεράστια. Η υπεροπλία και η δύναμη πυρός των εισβολέων ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Οι ελληνικές και οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις, χωρίς αεροπλάνα και με ελάχιστα παλιά άρματα μάχης, έδωσαν τον υπέρτατο αγώνα. Η ιστορία της ελληνικής Κύπρου και της Ελλάδας κοσμήθηκε με σελίδες απαράμιλλου ηρωισμού. Συγχρόνως, όμως, σε πολιτικό κυρίως επίπεδο, αμαυρώθηκε από πράξεις προδοσίας και ντροπής.
Οι εξ Ελλάδος πολεμιστές, αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίτες, οι οποίοι υπερασπίστηκαν με το αίμα τους την Κερύνεια, τον Πενταδάκτυλο, την Αμμόχωστο, το Κιόνελι, τη Μόρφου, το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, τη Λευκωσία, την “πράσινη γραμμή” ποτέ δεν τιμήθηκαν από την ελληνική πολιτεία, όπως τους άξιζε. Ούτε όσοι έπεσαν μαχόμενοι, ούτε όσοι τραυματίστηκαν, ούτε όσοι επέζησαν. Στάθηκαν άξιοι της πατρίδας, αλλά η πατρίδα τους ξέχασε.
Τα σημάδια μένουν ανεξίτηλα στην καρδιά και στη μνήμη όσων βρέθηκαν εκεί: των μαχητών (όσων ζουν ακόμα), των 200.000 προσφύγων, των χιλιάδων τραυματιών, των αμάχων, των οικογενειών των ηρωικών νεκρών και των 1.619 αγνοουμένων.

155ab87e0cbf17
Παιδάκια με φωτογραφίες αγνοουμένων

Ποτέ στη ζωή μου δεν ξεχνώ αυτές τις ημέρες. Ποτέ δεν ξεχνώ την τρομερή αγωνία και το φόβο, που εναλλάσσονταν με τον ενθουσιασμό και την απάθεια. Ποτέ δεν ξεχνώ πώς προσπαθούσαμε να προφυλαχτούμε από σπίτι σε σπίτι, από χωριό σε χωριό, η μητέρα μου, ο αδελφός μου κι εγώ, μαζί με άλλες οικογένειες. Ποτέ δεν ξεχνώ ότι σχεδόν είχαμε ξεγράψει τον πατέρα μου, που πολεμούσε –άγνωστον πού– ως διοικητής μονάδος της Εθνικής Φρουράς. Ποτέ δεν ξεχνώ, όσα είδα: τη φρίκη, την απελπισία, τις καταστροφές, τους τραυματίες, τις χήρες, τα ορφανά, το τρομαγμένο βλέμμα των ξεσπιτωμένων.
Ποτέ δεν ξεχνώ!

1940: Οι άγνωστοι αριθμοί ενός γνωστού πολέμου

Διαβάζοντας όσα γράφονται αυτές τις μέρες για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940, διερωτήθηκα πόσοι γνωρίζουν –και έχουν συνειδητοποιήσει– τις αριθμητικές διαστάσεις του ελληνοϊταλικού πολέμου. Πόσοι πολέμησαν από την κάθε πλευρά; Πόσοι σκοτώθηκαν; Πόσοι τραυματίστηκαν; Πόσοι αγνοούνται;
Οι αριθμοί εντάσσουν τα γεγονότα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Δείχνουν την ένταση και τη σκληρότητα των μαχών. Αποδεικνύουν πόσο καλά προετοιμασμένος και οργανωμένος –εκτός από ηρωικός– ήταν ο Ελληνικός Στρατός. Εξηγούν γιατί για τους Ιταλούς, ο πόλεμος αυτός, υπήρξε ένας πικρός πόλεμος. Εξηγούν γιατί ολόκληρη η –αντιστεκόμενη στο ναζισμό και στο φασισμό– Ευρώπη απέδωσε τέτοιες τιμές στον αγώνα της μικρής Ελλάδος Και τέλος, ερμηνεύουν πως γίνεται μετά από 77 χρόνια, σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια να έχει και μια ιστορία να αφηγηθεί για τον προπάππο, τον παππού, τον πατέρα, τον θείο, τον αδελφό, για το έπος του ‘40.
Παραθέτω τα πιο βασικά αριθμητικά δεδομένα*:

17
“Μέχρις εσχάτων” Πίνακας του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη
Continue reading “1940: Οι άγνωστοι αριθμοί ενός γνωστού πολέμου”

Kαμιά φιλία δεν διασταυρώνεται με το πεπρωμένο μας, χωρίς να αφήσει πάνω του τα σημάδια της, για πάντα.

Κρατώ στη μνήμη του κινητού μου τα τηλέφωνα των φίλων μου, που “έφυγαν”. Κι είναι φορές που, αναζητώντας ένα τηλέφωνο στον κατάλογο, πέφτει το μάτι μου στο όνομά τους. Και πάω να το σβήσω… Δεν θα απαντήσει κανείς, σκέφτομαι. Ίσως, να απαντήσει ένας ξένος, που του έχουν δώσει το νούμερο. Αλλά δεν το σβήνω. Σταματώ και τα αφήνω. Τα αφήνω…dave2
Ώρες ώρες πιστεύω ότι, σβήνοντάς τα από την μνήμη του κινητού μου, σβήνονται και από τη δική μας μνήμη. Και δυστυχώς, η λίστα αυτή, χρόνο με το χρόνο, μεγαλώνει. Μαζί με τον Dave, ο Τάσος, ο Γιάννης, κι άλλος Γιάννης, ο Ακης, o Aντώνης, ο Μιχάλης, ο θείος Τάκης…
Σήμερα ήταν τα γενέθλια του φίλου μου Dave Robinson. Θα ήταν 47 χρονών.

Πάνε 15 χρόνια…

Σήμερα, πάνε δεκαπέντε χρόνια που έφυγες. Πολύς καιρός! Πώς πέρασαν; Κι όσο τα χρόνια περνούν, κάθε φορά που σε φέρνω στο μυαλό μου, δεν μου έρχονται οι πιο πρόσφατες εικόνες σου, αλλά οι πιο παλιές.

Όπως εκείνο το καλοκαίρι του ΄68, που μικροί με τον Σωτήρη –πέντε αυτός, έξι και κάτι εγώ– θέλαμε να παίξουμε “πόλεμο” στα χωράφια του Πλαταμώνα. Μόλις είχες γυρίσει από τη δουλειά, κουρασμένος. Μάς κοίταξες σοβαρά και είπες: “Πάμε! Πάμε να πολεμήσουμε!”. Κόψαμε καλάμια για “όπλα” από τη ρεματιά και επί δυο-τρείς ώρες σερνόμασταν όλοι μαζί, μέσα στα χώματα, για να μην μας δει ο εχθρός!

Θυμάμαι τότε, το 1970, που μικρούλης στις Σέρρες, τσακώθηκα με τη μάνα μου κι έφυγα από το σπίτι, περπατώντας για να πάω, άγνωστον πού. Σε πήρε έντρομη η μάνα μου στο τηλέφωνο και βγήκες στο δρόμο της μεραρχίας, με είδες να έρχομαι από μακριά, με πρόφτασες και σοβαρά-σοβαρά με ρώτησες: “Πού πας, Γιώργο;“. “Φεύγω“ σου απάντησα. “Θες να περπατήσω δίπλα σου;“. Και πάντα περπατούσες δίπλα μου! Continue reading “Πάνε 15 χρόνια…”

Ο βομβαρδισμός της Λαμίας στις 18 Απριλίου 1941. Μια ιστορία.

Το πρωϊνό της 18ης Απριλίου 1941, ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής, στη Λαμία έμοιαζε ήσυχο. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη, όμως η πόλη είχε αδειάσει από τον κόσμο της. Πολλοί είχαν φύγει για τα χωριά τους· άλλοι για να γιορτάσουν το Πάσχα κι άλλοι για να προφυλαχτούν από τη γερμανική προέλαση.
Ο Γιώργος και η γυναίκα του η Βασιλική κατηφόρισαν από το σπίτι τους στην οδό Έσλιν προς το μαγαζί στο τέρμα της Βύρωνος, από όπου αναχωρούσε το λεωφορείο, που θα τους πήγαινε ως τον Αη Γιώργη Τυμφρηστού. Κι από εκεί, είτε με κάποιο από τα σπάνια διερχόμενα αυτοκίνητα, είτε με μουλάρια θα έφταναν στο χωριό τους, τη Μεγάλη Κάψη, για να γιορτάσουν το Πάσχα. Τα παιδιά τους, η Ελένη, 13 χρονών, ο Σπύρος, 10 χρονών και ο επτάχρονος Μάκης ήταν ήδη εκεί, μαζί με τη θειά τους τη Μαρία και τον “μπάρμπα” τον Λεωνίδα –όπως τον φώναζαν όλοι– δυό από τα έξι αδέλφια της Βασιλικής.

Junkers_Ju_87B_dropping_bombs (1)Δεν είχαν περάσει ούτε δυό εβδομάδες από τα ξημερώματα της 6ης Απριλίου 1941, όταν ο Γερμανός πρέσβης Βίκτορ Έρμπαχ επέδωσε στον Πρωθυπουργό της Ελλάδας Αλέξανδρο Κορυζή τελεσίγραφο για την επικείμενη επίθεση για να ακούσει το δεύτερο ΟΧΙ. Λίγη ώρα μετά, στις 05:15 το πρωί, ξεκίνησε η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της Ελλάδας, 45 λεπτά πριν από την εκπνοή του τελεσιγράφου.
Η 12η Στρατιά της Wehrmacht, υπό τον στρατηγό Wilhelm List, με 4 τεθωρακισμένες μεραρχίες και 11 μεραρχίες μηχανοκινήτου πεζικού (680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα) ξεκίνησε τη διμέτωπη επίθεση εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας.
Η γερμανική επίθεση με την κωδική ονομασία “Μαρίτα” είχε διπλό αντικειμενικό σκοπό: να βοηθήσει τον Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τις ελληνικές δυνάμεις στην Αλβανία και να εξασφαλίσει τα νώτα των δυνάμεων του Άξονα, ενόψει της επικείμενης επίθεσής τους στην ΕΣΣΔ.
Δύο γερμανικά Σώματα Στρατού εισέβαλαν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και επιτέθηκαν με σφοδρότητα στα οχυρά της Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας, στη Θράκη. Την ίδια ημέρα, γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές του έως το Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας βαριές ανθρώπινες απώλειες και τεράστιες ζημιές. Continue reading “Ο βομβαρδισμός της Λαμίας στις 18 Απριλίου 1941. Μια ιστορία.”